«το τι πιστεύουν οι μαθητές σχετικά με την ικανότητά τους στην ξένη γλώσσα, αποτελεί σημαντική πηγή άγχους.»

Επιμέλεια: Europalso (p7)

Β.Μ.

Εκπαιδευτικός – Ψυχολόγος M.A., Lancaster University

B.A. Αγγλικής Φιλολογίας- Εθνικό και Καποδιστριακό Παν/μιο Αθηνών B.Sc. Ψυχολογίας – Εθνικό και Καποδιστριακό Παν/μιο Αθηνών

Είναι κοινή διαπίστωση γονιών και καθηγητών ότι κάποια παιδιά νιώθουν έντονο άγχος όταν μαθαίνουν μία ξένη γλώσσα. Το άγχος αυτό μπορεί να επηρεάζει τις επιδόσεις τους, αλλά και την επιθυμία τους να συνεχίσουν τα μαθήματα της ξένης γλώσσας ή να πάρουν κάποιο ανώτερο δίπλωμα. Μέσα από σχετικές έρευνες έχουν εντοπιστεί πολλές πηγές άγχους που συνδέονται με την εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας. Εμείς εδώ θα επικεντρωθούμε στο άγχος που προκαλείται από κάποια ειδικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητας των μαθητών

1. Οι Πεποιθήσεις που έχουν οι μαθητές σχετικά με τον εαυτό τους.

Πολλές έρευνες έχουν δείξει ότι οι αρνητικές πεποιθήσεις των μαθητών για τον εαυτό τους, και πιο συγκεκριμένα το τι πιστεύουν οι μαθητές σχετικά με την ικανότητά τους στην ξένη γλώσσα, αποτελούν σημαντική πηγή άγχους. Το άγχος φαίνεται να επιδρά στην επίδοση των μαθητών, καθώς το τι πιστεύουν οι μαθητές έχει μεγαλύτερη σημασία από αυτό που ισχύει στην πραγματικότητα.

Είναι σημαντικό να έχουμε υπόψη μας ότι οι πεποιθήσεις των μαθητών επηρεάζουν τη στάση τους απέναντι στην εκμάθηση της ξένης γλώσσας, αν δηλαδή η ξένη γλώσσα τους φαίνεται δύσκολη ή εύκολη, ή αν τους αρέσει ή όχι. Οι μαθητές που αντιδρούν αρνητικά στην εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας και δεν επιθυμούν να συνεχίσουν τις ξενόγλωσσες σπουδές τους είναι πολύ πιθανό να αισθάνονται αποθαρρυμένοι από την έλλειψη προόδου ή από το άγχος που νιώθουν όταν βρίσκονται στην τάξη.

2. Ανταγωνιστικότητα

Ανταγωνιστικότητα είναι η επιθυμία του μαθητή να αριστεύσει σε σχέση με τους συμμαθητές του και εκδηλώνεται με τα εξής χαρακτηριστικά: 1) οι μαθητές συγκρίνουν τον εαυτό τους υπερβολικά με τους συμμαθητές τους ή τις προσωπικές τους προσδοκίες, 2) αισθάνονται ότι συνεχώς πρέπει να ξεπερνούν τους άλλους και 3) τους διακρίνει μία υπεραπασχόληση με διαγωνίσματα και βαθμούς, ιδιαίτερα σε σύγκριση με τις επιδόσεις των άλλων. Οι μαθητές με έντονο το χαρακτηριστικό της ανταγωνιστικότητας, νιώθουν άγχος όταν θεωρούν ότι είναι λιγότερο ικανοί στην εκμάθηση της ξένη γλώσσας σε σύγκριση με τους συμμαθητές τους και όταν νιώθουν ότι δεν μπορούν να τους ανταγωνιστούν σε ικανοποιητικό βαθμό.

3. Αυτοεκτίμηση

Ο βαθμός αυτοεκτίμησης ενός μαθητή έχει άμεση σχέση με το άγχος που νιώθει όταν μαθαίνει μία ξένη γλώσσα. Οι μαθητές με χαμηλή αυτοεκτίμηση που ανησυχούν για τη γνώμη των συμμαθητών τους και επιθυμούν να ευχαριστήσουν τους άλλους νιώθουν μεγάλο άγχος μέσα στην τάξη . Η χαμηλή αυτοεκτίμηση αντανακλάται στις πεποιθήσεις με τις οποίες έρχονται οι μαθητές στην τάξη. Μαθητές με χαμηλή αυτοεκτίμηση θεωρούν τις δικές τους γλωσσικές δεξιότητες ανεπαρκείς και πιστεύουν πως οι συμμαθητές τους είναι πολύ καλύτεροι από τους ίδιους. Επίσης, θεωρούν ότι προκειμένου να μάθει κάποιος μία ξένη γλώσσα είναι απαραίτητο να έχει μία ειδική ικανότητα στο να μαθαίνει ξένες γλώσσες (την οποία οι ίδιοι δεν έχουν).

Οι μαθητές με υψηλή αυτοεκτίμηση συχνά έχουν καλύτερες επιδόσεις από τους μαθητές με χαμηλή αυτεκτίμηση και είναι σε θέση να διαχειριστούν τις καταστάσεις που τους προκαλούν άγχος. Η θετική αυτοεικόνα τους, μάλιστα, τους προστατεύει από το άγχος. Αντίθετα, οι μαθητές με χαμηλή αυτοεκτίμηση είναι ευάλωτοι στις «απειλές» που προέρχονται από τη διαδικασία εκμάθησης της ξένης γλώσσας, δηλαδή, την καθημερινή εξέταση, την προφορική χρήση της γλώσσας, τις τελικές εξετάσεις, κ.λ.π.

4. Τελειοθηρία

Σε έρευνες που έχουν γίνει για την αλληλεπίδραση του άγχους και της τελειοθηρίας, φάνηκε ότι το άγχος που νιώθουν οι μαθητές οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις τελειοθηρικές τους τάσεις και ότι αυτές οι τάσεις αποτελούν εμπόδιο για τη μάθηση κάθε είδους και ιδιαίτερα για την εκμάθηση μίας ξένης γλώσσας. Οι μαθητές με το χαρακτηριστικό της τελειοθηρίας: 1) θέτουν υπερβολικά υψηλά πρότυπα για τον εαυτό τους, όπως το να μιλούν την ξένη γλώσσα χωρίς να κάνουν κανένα λάθος, 2) είναι υπερβολικά επικριτικοί στην αυτο-αξιολόγησή τους και αναστατώνονται υπερβολικά όταν κάνουν λάθη ή όταν η απόδοσή τους στην ξένη γλώσσα δεν είναι άψογη, 3) τους κινητοποιεί ο φόβος της αποτυχίας παρά η επιδίωξη της επιτυχίας, 4) εκτιμούν την αξία τους αποκλειστικά με βάση την παραγωγικότητά τους και τα επιτεύγματά τους, 5) έχουν έντονη αναβλητικότητα, και 6) καθυστερούν υπερβολικά να ξεκινήσουν μία εργασία ή την ξανακάνουν πολλές φορές μέχρι να γίνει τέλεια.

Έχοντας υπόψη μας λοιπόν αυτά τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας που συμβάλλουν στο άγχος που νιώθουν οι μαθητές όταν μαθαίνουν μία ξένη γλώσσα, μπορούμε σαν γονείς ή εκπαιδευτικοί να βοηθήσουμε τα παιδιά να τροποποιήσουν, ως ένα βαθμό, αυτά τα χαρακτηριστικά, προκειμένου να καταφέρουν να διαχειριστούν το άγχος τους πιο αποτελεσματικά, και έτσι να έχουν καλύτερη απόδοση όταν μαθαίνουν μία ξένη γλώσσα.