Ποια είναι η κατάλληλη ηλικία για να μάθει το παιδί ξένες γλώσσες

Μαρία Κοκκίνου

Έχετε παρακολουθήσει ποτέ ενήλικα με πτυχία και γνώσεις να προσπαθεί με πολύ κόπο να μάθει μια ξένη γλώσσα; Έχετε εκπλαγεί ποτέ με μωρά που μιλούν δυο γλώσσες άπταιστα; Σας φαίνεται παράλογο να βασανίζεται ένας ενήλικας να κάνει αυτό που τόσο αυθόρμητα κατορθώνει ένα μωρό; Κι όμως σε σχέση με την εκμάθηση των ξένων γλωσσών, έτσι είναι τα πράγματα.

Η ξένη γλώσσα δεν είναι Ιστορία ή Μαθηματικά για να σε βοηθήσει η θέληση, η πείρα και η επιμονή στην εκμάθησή της. Είναι μια γλώσσα σαν τη μητρική και η φύση έχει φροντίσει να την μαθαίνουμε πολύ νωρίς στη ζωή μας. Οι γλώσσες μαθαίνονται όλες με τον ίδιο μηχανισμό και πρέπει να κατακτηθούν όταν η ηλικία είναι κατάλληλη για την εκμάθηση της γλώσσας γενικά. Αυτή η ηλικία είναι η προσχολική με μια περίοδο τελειοποίησης που διαρκεί μέχρι και 12 χρόνια. Αν προσπαθήσουμε να μάθουμε μια γλώσσα σαν ενήλικες σπάνια θα μπορέσουμε να την μάθουμε τέλεια.

Μέχρι πρόσφατα, οπότε αναπτύχθηκε η έρευνα για την ανάπτυξη του εγκεφάλου, οι απόψεις πάνω στο θέμα ήταν συγκρουόμενες. Από πολύ παλιά όμως, ακόμη και πριν το επιβεβαιώσει η εκπαιδευτική έρευνα, είχε ελκύσει το ενδιαφέρον των εκπαιδευτικών το γεγονός ότι πολλά παιδάκια μεταναστών μιλούσαν άπταιστα δυο γλώσσες, ενώ για τους γονείς τους ήταν ιδιαίτερα δύσκολο να μάθουν τη γλώσσα της νέας τους πατρίδας. Τουλάχιστον δεν ήταν τόσο εύκολο όσο για τα παιδιά τους. Στη Σουηδία, όπου υπάρχουν παιδικοί σταθμοί για τα παιδιά των μεταναστών και όπου διδάσκονται μέχρι και 3 γλώσσες ταυτόχρονα, μπορείς να δεις τρίχρονα παιδιά να μιλάνε 3 γλώσσες άπταιστα. Ο άνθρωπος μπορεί να μάθει όσες γλώσσες θέλει, αρκεί να έρθει σε επαφή με τις γλώσσες αυτές στην κατάλληλη ηλικία. Και η κατάλληλη ηλικία είναι η προσχολική. Αν κατά τη διάρκεια αυτής της ηλικίας το παιδί έρχεται σε επαφή με 5 γλώσσες θα μάθει 5. αν έρθει σε επαφή με μία μόνο γλώσσα θα μάθει μία.

Γιατί η προσχολική ηλικία είναι η πιο κατάλληλη για την εκμάθηση των γλωσσών.

Σύμφωνα με τη Jeanette Vos , συγγραφέα του βιβλίου The Learning Revolution, και άλλους ερευνητές που μελέτησαν την ανάπτυξη του εγκεφάλου, όπως ο Dryden, μας δίνονται 3 ευκαιρίες για την εκμάθηση της γλώσσας.

Η πρώτη ευκαιρία δίνεται από τη φύση μέχρι την ηλικία των 6μηνών. Σε αυτούς τους 6 μήνες το μωρό μαθαίνει μέχρι και 70 ήχους στους οποίους θα βασίσει την ομιλία της γλώσσας. Μετά τους 6 μήνες σταδιακά χάνει την ικανότητα του να ακούει καινούργιους ήχους και να τους ξεχωρίζει και φυσικά δεν μπορεί αργότερα να προφέρει ήχους που δεν ακούει. Επομένως η πόρτα που οδηγεί στην τέλεια προφορά των ήχων μιας γλώσσας κλείνει οριστικά λίγο μετά τους πρώτους μήνες της ζωής ενός μωρού. Αργότερα μπορεί να αντιληφθεί τους ήχους μια ς νέας γλώσσας περίπου όπως ένας κουφός προσπαθεί να κατακτήσει την ομιλία. Θα σας δώσω ένα παράδειγμα από προσωπική εμπειρία. Στην ηλικία των 20 άρχισα να μαθαίνω Ισπανικά. Υπάρχει στην Ισπανική γλώσσα ένα διπλό ρ που προφέρεται ιδιαίτερα έντονα και που παρόμοιος ήχος δεν υπάρχει ούτε στην Ελληνική ούτε στην Αγγλική γλώσσα που ήδη ήξερα. Ποτέ δεν μπόρεσα να προφέρω σωστά αυτό το διπλό ρ, παρόλο που με τη λογική μου είχα αντιληφθεί τη διαφορά του ρ και του διπλού ρ. Απλά δεν μπορούσα να ακούσω αυτή τη διαφορά. Αργότερα κατάλαβα ότι στα 20 χρόνια είχε κλείσει προ πολλού η πόρτα του εγκεφάλου μου που οδηγούσε στην αφομοίωση των ήχων. Και σε σας φυσικά θα έχει συμβεί να προσπαθείτε να μάθετε μια ξένη λέξη και να μην μπορείτε να την επαναλάβετε αφού δεν ξεχωρίζετε τους ήχους καθαρά.

Η δεύτερη ευκαιρία για την εκμάθηση της γλώσσας δίνεται στον άνθρωπο μέχρι τα 3 του χρόνια. Μέχρι αυτή την ηλικία θέτονται οι βάσεις για την γλώσσα, τον τρόπο σκέψης, την όραση και τον ιδιαίτερο τρόπο που βλέπει ο καθένας μας τον κόσμο και λέγεται προσωπικότητα. Έτσι μέχρι τα 3 χρόνια μπορεί το άκουσμα των ήχων να δυσχεραίνει, αλλά όσον αφορά τη δομή και το λεξιλόγιο η γλώσσα μπορεί να κατακτηθεί τόσο εύκολα και αυθόρμητα όσο και η πρώτη. Σε αυτή την ηλικία βέβαια την εκμάθηση της γλώσσας την υποβοηθούν και άλλες δεξιότητες που ενισχύουν γενικά τη μάθηση.

Τα μικρά παιδιά μαθαίνουν χρησιμοποιώντας όλη τους την ύπαρξη. Μαθαίνουν με την όραση, τους ήχους, τη γεύση, την αφή, τη μυρωδιά, την πράξη. Γι αυτό τα ακούσματα, τις γεύσεις και τις μυρωδιές της παιδικής μας ηλικίας δεν τις ξεχνάμε ποτέ και πάντα μας προκαλούν ένα ευχάριστο συναίσθημα. Επιπλέον αν σε όλη μας τη ζωή έχουμε μια 100% ικανότητα για μάθηση, το πρώτο χρόνο εξαντλούμε το 50%, μέχρι τα 8 μας χρόνια το άλλο 30% και μένει ένα 20% για την υπόλοιπη ζωή μας.

Δεν είναι λοιπόν παράλογο να πούμε ότι ένα παιδί μπορεί να μάθει μέχρι και 5 γλώσσες στα πρώτα χρόνια της ζωής του αφού η ικανότητα του για μάθηση μπορεί να συγκριθεί με την ικανότητα ενός σφουγγαριού να απορροφά νερό.

Η τρίτη ευκαιρία για την εκμάθηση μιας άλλης γλώσσας δίνεται μέχρι τα 8, οπότε συνεχίζεται η θαυμαστή ικανότητα του παιδιού για αφομοίωση πληροφοριών, η έμφυτη περιέργεια του για νέες εμπειρίες και η ανάπτυξη του εγκεφάλου που επιτρέπει διαφοροποιήσεις σε ότι έχει ήδη εδραιωθεί. Μετά τα 12 χρόνια όλες οι πόρτες κλείνουν, επειδή η αρχιτεκτονική του εγκεφάλου έχει ήδη ολοκληρωθεί.

Φυσικά ο άνθρωπος συνεχίζει να μαθαίνει με τη νοημοσύνη και τη σοφία αλλά όσα μαθαίνει διαμορφώνονται σύμφωνα με τις βάσεις που τέθηκαν τα πρώτα 12 χρόνια της ζωής του. Άρα και οι ξένες γλώσσες μαθαίνονται βασιζόμενες στην πρώτη, πράγμα που θέτει εμπόδια αφού κάθε γλώσσα έχει τη δική της λογική που συχνά είναι αντίθετη με τη λογική των άλλων γλωσσών.

Πως θα διδάξουμε το παιδί μας μια ξένη γλώσσα.

Διδάξτε με το να κάνετε. Φτιάξτε πράγματα, παίξτε παιχνίδια και μιλάτε συνεχώς. Αν το παιδί δεν ανταποκριθεί αμέσως, μην παραιτείστε. Πρώτα καταλαβαίνουμε μια γλώσσα και μετά τη μιλάμε.

Συνδέστε ήχους και εικόνες. Πείτε πολλές φορές τους ήχους που συνδέονται με τις συγκεκριμένες εικόνες είτε είναι λέξεις είτε είναι γράμματα.

Χρησιμοποιείστε κίνηση. Στη διαδικασία της μάθησης, όπως και στη ζωή, το σώμα δεν πρέπει να διαχωρίζεται από το νου. Είναι λάθος να ζητάμε από ένα παιδί που μαθαίνει να μένει ακίνητο.

Μην πιέζετε ποτέ ένα παιδί να μάθει. Έρευνες έχουν δείξει ότι τα περισσότερα μαθησιακά προβλήματα έχουν σχέση με το στρες.

Χρησιμοποιείστε μουσική και ρυθμό. Η μουσική είναι ένας τρόπος για να κινητοποιηθεί όλος ο εγκέφαλος.

Χρησιμοποιείστε την αφή, την όραση και τις υπόλοιπες αισθήσεις όπου είναι δυνατόν. Κάντε τη φύση αίθουσα διδασκαλίας. Βγείτε έξω και αφήστε το παιδί να αγγίξει, να μυρίσει και να ακούσει καθώς μαθαίνει.

Μην ξεχνάτε να μιλάτε συνέχεια και να λέτε τι κάνετε.

Ποτέ μην διορθώνετε τα λάθη του παιδιού. Αφήστε το να επαναλαμβάνει με το δικό του τρόπο αυτό που θα πείτε. Μόνο του θα βελτιώσει την ομιλία του και την προφορά του ακούγοντας σας συνεχώς.

Τι μπορείτε να κάνετε αν εσείς δεν μιλάτε μια ξένη γλώσσα.

-Μπορείτε να έχετε πολλές κασέτες ή βίντεο στη γλώσσα που θέλετε να μάθει το παιδί σας, έτσι ώστε από μωρό ακόμη να ακούει τους ήχους της συγκεκριμένης γλώσσας.

-Αν έχετε τη δυνατότητα από άποψη χώρου φιλοξενήστε ένα φοιτητή ή μια φοιτήτρια από τη χώρα της οποίας τη γλώσσα επιθυμείτε να μάθει το παιδί.

-Αν το παιδί σας πηγαίνει σε βρεφονηπιακό σταθμό επιλέξτε κάποιο που δίνει σημασία και στην εκμάθηση άλλων γλωσσών.

-Αν το παιδί σας το φροντίζει κάποιο άτομο τις ώρες που απουσιάζετε προτιμήστε κάποιο που η μητρική του γλώσσα είναι αυτή που θέλετε να μάθει το παιδί. Ζητείστε του να του μιλάει πάντα στη γλώσσα αυτή.

-Ανάλογα με την οικονομική σας δυνατότητα μπορείτε να καλείτε στο σπίτι κάποια καθηγήτρια ξένων γλωσσών για να κάνει ιδιαίτερο «μάθημα» στο μωρό. Βεβαιωθείτε ότι γνωρίζει και έχει πείρα σε μεθόδους για τη διδασκαλία της γλώσσας στη προσχολική ηλικία.

-Σε πολλά κέντρα ξένων γλωσσών υπάρχουν τμήματα για παιδιά προσχολικής ηλικίας τα οποία μπορεί να παρακολουθήσουν παιδάκια ακόμη και από την ηλικία των 3 χρόνων.

Γιατί να μάθει το παιδί 2 ή περισσότερες γλώσσες.

Όλοι λίγο πολύ παραδεχόμαστε ότι τα απιδιά μας πρέπει να μάθουν ξένες γλώσσες για να προετοιμαστούν για μια όλο και πιο απαιτητική αγορά εργασίας. Εκτός όμως από αυτούς τους πρακτικούς λόγους υπάρχουν και άλλοι λόγοι που αφορούν την ανάπτυξη του παιδιού και που κάνουν την εκμάθηση άλλων γλωσσών αν όχι απαραίτητη τουλάχιστον επιθυμητή.

Σύμφωνα με την ανθρωπολογική θεωρία της πολιτισμικής σχετικότητας παρόλο που ο άνθρωπος έχει τη προδιάθεση στην εκμάθηση της γλώσσας τελικά την μαθαίνει επειδή είναι κοινωνική ανάγκη. Αυτή η θεωρία τονίζει τις διαφορές μεταξύ των γλωσσών λέγοντας ότι είναι δύσκολο να εκφράσεις σημαντικά πολιτισμικά θέματα από μια γλώσσα σε μια άλλη. Επίσης σύμφωνα με την ίδια θεωρία οι γλώσσες που μαθαίνουμε επηρεάζουν τις πνευματικές μας ικανότητες. Έτσι οι άνθρωποι που μαθαίνουν πολλές γλώσσες βλέπουν τον κόσμο διαφορετικά και σκέπτονται διαφορετικά.

Συγκεκριμένα τα παιδιά που μαθαίνουν περισσότερες από μια γλώσσες έχουν τη δυνατότητα να αντιληφθούν τις καταστάσεις χρησιμοποιώντας πολλές οπτικές γωνίες, πράγμα το οποίο γίνεται όλο και πιο απαραίτητο σε ένα κόσμο που θα ζήσουν τα παιδιά μας και βασίζεται στο διεθνισμό.

.kokkinou.edu.gr