Μια ολόκληρη «σκοτεινή» βιομηχανία ευρέσεως και αγοράς φίλων followers στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη παράλληλα με την τεράστια έκρηξη των νέων τεχνολογιών και την ολοένα και αυξανόμενη «κατηγοριοποίηση» των χρηστών με βάση τα προφίλ τους, κάτι που επεκτείνεται και στις επαγγελματικές τους δραστηριότητες.

Πως μπορεί για παράδειγμα κάποιος καλλιτέχνης, ή εταιρεία που θέλει να βελτιώσει το προφίλ του με στόχο να θεωρείται κορυφαίος στον κλάδο του και να προσελκύσει, τι άλλο, διαφημίσεις και άλλους τρόπους εσόδων;

Το ρεπορτάζ της εφημερίδας «Καθημερινή της Κυριακής» και του δημοσιογράφου, Λεωνίδα Στεργίου είναι άκρως αποκαλυπτικό και φανερώνει μια ολόκληρη αφανής παραοικονομία.

«Αν πληκτρολογήσει κάποιος στο google τη φράση buy followers » αναφέρει το κείμενο και συνεχίζει «θα βρει 360 εκατ. σχετικά άρθρα και υπηρεσίες που προσφέρουν ψεύτικους followers. Η αντίστοιχη αναζήτηση για likes στο facebook θα εντοπίσει 750 εκατ. σχετικούς συνδέσμους. Ας δούμε τώρα το κόστος. Επισκεπτόμαστε την πρώτη τυχαία υπηρεσία που εντοπίστηκε στο google. Εδώ, λοιπόν, οι 100 followers κοστίζουν 9 δολάρια και οι 100.000 κοστίζουν 399 δολάρια. Πάμε τώρα να αγοράσουμε likes στο facebook. Με 26 δολάρια αγοράζουμε 1.000 likes και με 44 δολάρια 1.000 fans. Επίσης, με 75 δολάρια αγοράζουμε 1.000 «θετικές ψήφους» στο google+, που είναι η υπηρεσία κοινωνικής δικτύωσης της Google. Αν θέλουμε, συνεχίζουμε και αγοράζουμε 100.000 επισκέψεις για τη σελίδα μας στο Youtube έναντι 141 δολαρίων. Ετσι, με περίπου 10.000 - 12.000 δολάρια μπορεί κάποιος να δημιουργήσει μία ισχυρή παρουσία στο Ιίντερνετ και στα κοινωνικά δίκτυα, εμφανίζοντας τη σελίδα του μεταξύ των δημοφιλέστερων στον κόσμο και με πολλούς θαυμαστές και φίλους. Ο ήπιος χαρακτηρισμός των εκπροσώπων της βιομηχανίας αυτής είναι οι λέξεις «μάρκετινγκ» ή διαφήμιση ή ισχυροποίηση του brand name».

Το ρεπορτάζ κάνει λόγο για έναν κρυφό τζίρο ψεύτικων διαφημίσεων και χρηστών που εκτιμάται στα 2 τρισ. δολάρια και μπορεί να εκτοξεύσει το πρεστίζ μιας εταιρείας ή ενός ιδιώτης.

Αιτία για αυτή την διαδικτυακή παραοικονομία είναι ο ανταγωνισμός για μεγαλύτερη επισκεψιμότητα και μεγαλύτερη δημοτικότητα και η μάχη για την προσέλκυση διαφημίσεων που ξεπερνά, πλέον, το ποιοτικό περιεχόμενο ή μια καλοσχεδιασμένη ιστοσελίδα, ενώ τα «πακέτα» που κυκλοφορούν στην αγορά είναι πολλά.

«Τα φθηνά προσφέρουν εντελώς ψεύτικη επισκεψιμότητα: ένα πρόγραμμα, το οποίο στη γλώσσα του Ιντερνετ λέγεται «ρομποτάκι» (ή πιο σωστά botnet) κάνει κλικ συνέχεια σε μία ιστοσελίδα. Το κόστος είναι το πολύ 5 δολάρια για κάθε 10.000 επισκέψεις. Ετσι λοιπόν, με 100 δολάρια την ημέρα μπορεί κάποιος να πετύχει επισκεψιμότητα 200.000 μοναδικών χρηστών ημερησίως χωρίς να πληρώνει ούτε ένα μισθό, αλλά και χωρίς να έχει δικό του περιεχόμενο» αναφέρει η «Καθημερινή».

Ωστόσο, το πρόβλημα είναι ότι μια διαφημιστική εταιρεία μπορεί εύκολα να αντιληφθεί αυτό το «ρομποτάκι» και για την αποφυγή... παρεξηγήσεων η σκοτεινή βιομηχανία του Διαδικτύου προσφέρει και βελτιωμένες εκδόσεις botnet, δηλαδή, κλικ από πραγματικού χρήστες.

Πως επιτυγχάνεται αυτό; Μια ιστοσελίδα χωρίζεται σε δύο μέρη, στο πρώτο εγγράφονται αυτοί που αγοράζουν την επισκεψιμότητα και στο δεύτερο εκείνοι που την πωλούν.

«Οι τελευταίοι είναι ιδιοκτήτες ιστοσελίδων που δέχονται να εμφανίζονται οι διαφημίσεις των πρώτων. Η διαφήμιση δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια ολοσέλιδη εμφάνιση του site του διαφημιζόμενου. Ετσι, οι επισκέπτες των ιστοσελίδων που δέχονται τέτοιες καταχωρίσεις αναγκαστικά κάνουν κλικ πάνω σε αυτή τη διαφήμιση για να προχωρήσουν στο περιεχόμενο της ιστοσελίδας που τους ενδιαφέρει. Είτε κάνουν κλικ στη διαφήμιση για να πάνε στον ιστότοπο που διαφημίζεται είτε κάνουν κλικ για να κλείσει η διαφήμιση, η ιστοσελίδα που έχει αγοράσει επισκέπτες καταγράφει επισκεψιμότητα» υπογραμμίζει το ρεπορτάζ της εφημερίδας.

Ενα απλό πρόγραμμα αγοράς 10.000 επισκεπτών κοστίζει μόλις 7,50 δολάρια, ενώ η επιλογή χώρας και κλάδου μπορεί να ανεβάσει το κόστος από 49 δολάρια ανά 5.000 πραγματικούς επισκέπτες.

Κερδισμένοι από αυτή τη διαδικασία είναι και αυτοί που «πωλούν» τους επισκέπτες καθώς παίρνουν προμήθεια για κάθε κλικ που προσφέρουν με τα στοιχεία να είναι άκρως εντυπωσιακά.

Με βάση έρευνες των Microsoft,Symantec,spider καταγράφεται ότι μόνο ένας πάροχος τέτοιων διαφημίσεων προσέφερε 14 δισεκατομμύρια κλικ την ημέρα έναντι έξι εκατομμυρίων δολαρίων τον μήνα.

Και προσθέτει η εφημερίδα «Η γκάμα των προσφερομένων υπηρεσιών για τον δρόμο προς την κορυφή δεν σταματάει εδώ. Υπάρχουν υπηρεσίες οι οποίες όχι μόνο προσφέρουν πραγματικούς επισκέπτες, αλλά θέση στην παγκόσμια κατάταξη με βάση την επισκεψιμότητα. Μόλις πραγματοποιηθεί ο στόχος, η υπηρεσία θεωρείται ότι ολοκληρώθηκε. Η διατήρηση της κατάταξης σημαίνει νέα παραγγελία. Το κόστος ξεκινάει από περίπου 900 δολάρια προκειμένου να βρεθεί το site μεταξύ των 500.000 και 300.000 θέσεων παγκοσμίως. Με 19.000 δολάρια το site θα εκτοξευθεί στις πρώτες 5.000 διεθνώς. Δηλαδή θα είναι ένα από τα 5.000 πιο δημοφιλή sites στον κόσμο! Προφανώς μία πραγματική επένδυση θα κόστιζε πολύ περισσότερο».

Προβλήματα για τις «κανονικές» διαφημίσεις

Εν τω μεταξύ μεγάλο πρόβλημα αντιμετωπίζουν οι σοβαρές εταιρείες που προσφέρουν υπηρεσίες διαφήμισης μέσω Διαδικτύου, καθώς αναπτύσσουν και αγοράζουν εφαρμογές για να προστατεύουν τους εαυτούς τους και τους πελάτες τους από το... ψεύτικο Διαδίκτυο.

Ωστόσο, ο ψεύτικος κόσμος γίνεται καθημερινά μεγαλύτερος, πιο έμπειρος και πιο εφευρετικός με τις σοβαρές εταιρείες να αναπτύσσουν τις άμυνές τους επενδύοντας εκατομμύρια δολάρια τον χρόνο για την προστασία του.

iefimerida.gr